ισημερινός

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

名詞[编辑]

ισημερινός (isimerinósm (复数 ισημερινοί)

  1. (地理學製圖學) 赤道

變格[编辑]

同類詞彙[编辑]

拓展閱讀[编辑]

形容詞[编辑]

ισημερινός (isimerinósm (陰性 ισημερινή,中性 ισημερινό)

  1. (地理學製圖學) 赤道
  2. (國籍) 厄瓜多爾/厄瓜多

變格[编辑]

相關詞彙[编辑]

拓展閱讀[编辑]