αποξενώνω

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

發音[編輯]

動詞[編輯]

αποξενώνω (apoxenóno) (過去簡單式 αποξένωσα被動語態 αποξενώνομαι被動過去 αποξενώθηκα被動完成分詞 αποξενωμένος)

  1. 使疏遠

變位[編輯]

相關詞彙[編輯]