跳转到内容

φυσιολογικός

维基词典,自由的多语言词典

希腊语

[编辑]

形容词

[编辑]

φυσιολογικός (fysiologikósm (阴性 φυσιολογική,中性 φυσιολογικό)

  1. 自然的;正常
    近义词:φυσικός (fysikós)
    反义词:αφύσικος (afýsikos)
  2. (生理学) 生理学

变格

[编辑]

相关词汇

[编辑]