跳转到内容

ολόκληρος

维基词典,自由的多语言词典

希腊语

[编辑]

其他写法

[编辑]

词源

[编辑]

源自古希腊语 ὁλόκληρος (holóklēros)。等同于ὅλος (hólos, 全部,整个) +‎ κλῆρος (klêros, 许多)

发音

[编辑]

形容词

[编辑]

ολόκληρος (olóklirosm (阴性 ολόκληρη,中性 ολόκληρο)

  1. 全部的,整个

变格

[编辑]

相关词汇

[编辑]

参考资料

[编辑]
  1. Dimitrakos, Dimitrios B. (1964年) Μέγα λεξικόν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης [Great Dictionary of the entire Greek Language] (希腊语),Athens:Hellenic Paideia