εμπειρισμός
希腊语[编辑]
词源[编辑]
发音[编辑]
名词[编辑]
εμπειρισμός (empeirismós) m (复数 εμπειρισμοί)
变格[编辑]
εμπειρισμός的变格
单数 | 复数 | ||
---|---|---|---|
主格 | εμπειρισμός • | εμπειρισμοί • | |
属格 | εμπειρισμού • | εμπειρισμών • | |
宾格 | εμπειρισμό • | εμπειρισμούς • | |
呼格 | εμπειρισμέ • | εμπειρισμοί • | |
一般用单数形式。 |
近义词[编辑]
- εμπειριαρχία f (empeiriarchía)
- εμπειριοκρατία f (empeiriokratía)
相关词汇[编辑]
- εμπειρία (empeiría, “经验”)
- εμπειριαρχία f (empeiriarchía)
- εμπειρικός (empeirikós)
- εμπειριοκρατία f (empeiriokratía)
- εμπειριστής (empeiristís)
并参见:έμπειρος (émpeiros, “有经验的”)
延伸阅读[编辑]
- εμπειρισμός in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.