υποστράτηγος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

源自υπο- (ypo-, ) +‎ στρατηγός (stratigós, 將軍)

名詞[編輯]

υποστράτηγος (ypostrátigosm f (複數 υποστράτηγοι)

  1. (軍事) 少將
    近義詞: (簡稱) υπγος (ypgos)

變格[編輯]

同類詞彙[編輯]

拓展閱讀[編輯]