συμβουλεύω

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

源自古希臘語 συμβουλεύω (sumbouleúō)。等同於(συν-) συμ- + 古語動詞 βουλεύω (bouleúō, 商量),源自βουλή f (boulḗ, 決定) βουλ- + -εύω (動詞後綴)

發音[編輯]

動詞[編輯]

συμβουλεύω (symvoulévo) (過去簡單式 συμβούλεψα/συμβούλευσα/συνεβούλευσα被動語態 συμβουλεύομαι)

  1. 建議勸告

變位[編輯]

相關詞彙[編輯]