μονός

維基詞典,自由的多語言詞典
參見:μόνος

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

源自古希臘語 μόνος (mónos)

形容詞[編輯]

μονός (monósm (陰性 μονή,中性 μονό)

  1. 單個
  2. (數學) 奇數
    μονά ή ζυγάmoná í zygá奇數或偶數
    1, 3, 5... είναι μονοί αριθμοί
    1, 3, 5... eínai monoí arithmoí
    1、3、5……是奇數

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]

參見[編輯]