εκπολιτιστικός
希臘語[編輯]
形容詞[編輯]
εκπολιτιστικός (ekpolitistikós) m (陰性 εκπολιτιστική,中性 εκπολιτιστικό)
- 文化的
變格[編輯]
εκπολιτιστικός 的變格
近義詞[編輯]
- πολιτιστικός (politistikós)
參見[編輯]
- μορφωτικός (morfotikós, 「教育的」)
εκπολιτιστικός (ekpolitistikós) m (陰性 εκπολιτιστική,中性 εκπολιτιστικό)