πιόνι
希腊语[编辑]
词源[编辑]
发音[编辑]
名词[编辑]
πιόνι (pióni) n (复数 πιόνια)
- (国际象棋,口) 兵,卒
- 近义词: στρατιώτης (stratiótis)
变格[编辑]
参见[编辑]
希腊语中的国际象棋棋子 (πεσσοί (pessoí))(布局 · 文字) | |||||
---|---|---|---|---|---|
βασιλιάς (vasiliás) | βασίλισσα (vasílissa) | πύργος (pýrgos) | αξιωματικός (axiomatikós), τρελός (trelós) | ίππος (íppos) | στρατιώτης (stratiótis), πιόνι (pióni) |