ανθυπίλαρχος

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

其他写法[编辑]

词源[编辑]

ανθ- (anth-, ) +‎ υπίλαρχος (ypílarchos, 骑兵中尉)

名词[编辑]

ανθυπίλαρχος (anthypílarchosm (复数 ανθυπίλαρχοι)

  1. (obsolete) 骑兵少尉
  2. (军事) 装甲部队少尉
    近义词: (简称) ανθλχος (anthlchos)

变格[编辑]

同类词汇[编辑]

拓展阅读[编辑]