ανέφελος

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

词源[编辑]

源自νέφος (néfos, 云,烟雾)

形容词[编辑]

ανέφελος (anéfelosm (阴性 ανέφελη,中性 ανέφελο)

  1. (气象学) 万里无云的,晴朗
  2. (比喻义) 无忧无虑的,快乐

变格[编辑]

相关词汇[编辑]