希腊语[编辑]
继承自古希腊语 ἴδιος (ídios)。
形容词[编辑]
ίδιος (ídios) m (阴性 ίδια,中性 ίδιο)
- (强调) 自己的
Την είδα με τα ίδια μου τα μάτια.- Tin eída me ta ídia mou ta mátia.
- 我亲眼看见了她。
- 相似的,相同的
Έχουν ίδια μέγεθος.- Échoun ídia mégethos.
- 它们大小相同。
Έχουν τα ίδια χρώματα.- Échoun ta ídia chrómata.
- 它们颜色相同。