跳转到内容

μαμά

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語

[编辑]

詞源

[编辑]

源自中古希臘語 μάμμα (mámma),拼寫簡化為只有一個 < μ >,源自古希臘語 μάμμη (mámmē, 媽媽 → 奶奶)[1]

發音

[编辑]

名詞

[编辑]

μαμά (mamáf (复数 μαμάδες)

  1. (熟稱) 媽媽

變格

[编辑]

派生詞

[编辑]

相關詞彙

[编辑]

參考資料

[编辑]
  1. μαμά in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.