σταφύλι

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

源自中古希臘語 σταφύλιον (staphúlion),源自古希臘語 σταφυλή (staphulḗ) +‎ -ιον (-ion)

名詞[編輯]

σταφύλι (stafýlin (複數 σταφύλια)

  1. 葡萄 (水果)

變格[編輯]

近義詞[編輯]

  • ρώγα f (róga, 葡萄;乳頭;指尖)

同類詞彙[編輯]

參見[編輯]

拓展閱讀[編輯]