οξύαυλος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

οξύ (oxý, 尖的) + αυλος (avlos, )

名詞[編輯]

οξύαυλος (oxýavlosm (複數 οξύαυλοι)

  1. 雙簧管

變格[編輯]

近義詞[編輯]

拓展閱讀[編輯]