跳至內容

νεώτερος

維基詞典,自由的多語言詞典

古希臘語[編輯]

發音[編輯]

 

形容詞[編輯]

νεώτερος (neṓterosm (陰性 νεωτέρᾱ,中性 νεώτερον); 第一類/第二類

  1. νέος (néos)比較級

變格[編輯]