μετρητής

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

名詞[編輯]

μετρητής (metritísm (複數 μετρητές)

  1. 量表
  2. 抄表

變格[編輯]

形容詞[編輯]

μετρητής (metritís)

  1. μετρητός (metritós)屬格單數陰性形式。