ματάκιας

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

μάτι (máti) +‎ -άκιας (-ákias)

名詞[編輯]

ματάκιας (matákiasm (複數 ματάκηδες)

  1. 偷窺狂

變格[編輯]