κοκκινομάλλα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

κόκκινος (kókkinos, 紅色的) +‎ μαλλιά (malliá, 頭髮)

名詞[編輯]

κοκκινομάλλα (kokkinomállaf (複數 κοκκινομάλλες)

  1. 頭髮的女性

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]