δανέζικος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

形容詞[編輯]

δανέζικος (danézikosm (陰性 δανέζικη, 中性 δανέζικο)

  1. 丹麥

變格[編輯]

近義詞[編輯]

相關詞彙[編輯]