γενειάδα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

源自古希臘語 γενειάς (geneiás)

名詞[編輯]

γενειάδα (geneiádaf (複數 γενειάδες)

  1. 鬍鬚
    近義詞: γένι (géni)πώγων (pógon)

變格[編輯]

拓展閱讀[編輯]