βαζάκι

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

βάζο (vázo) +‎ -άκι (-áki)

名詞[編輯]

βαζάκι (vazákin (複數 βαζάκια)

  1. βάζο (vázo)指小詞(小花瓶;小

變格[編輯]