αλλότριος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

形容詞[編輯]

αλλότριος (allótriosm (陰性 αλλότρια,中性 αλλότριο)

  1. 外國的,外來

變格[編輯]

近義詞[編輯]