ακατανόητος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

形容詞[編輯]

ακατανόητος (akatanóitosm (陰性 ακατανόητη,中性 ακατανόητο)

  1. 難以理解的,費解
    近義詞: ακαταλαβίστικος (akatalavístikos)ακατάληπτος (akatáliptos)δυσνόητος (dysnóitos)απαρακολούθητος (aparakoloúthitos)

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]