αγγελιοφόρος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

其他寫法[編輯]

詞源[編輯]

αγγελία (angelía, 信息,訊息) +‎ -φόρος (-fóros, 攜帶者,持有者)

名詞[編輯]

αγγελιοφόρος (angeliofórosm f (複數 αγγελιοφόροι)

  1. 信使通信員

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]