αγαλμάτινος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

形容詞[編輯]

αγαλμάτινος (agalmátinosm (陰性 αγαλμάτινη,中性 αγαλμάτινο)

  1. 雕像

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]