Ρουμάνα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

名詞[編輯]

Ρουμάνα (Roumánaf (複數 Ρουμάνες,陰性 Ρουμάνος)

  1. 羅馬尼亞人(女性)

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]