Αλβανός

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

名詞[編輯]

Αλβανός (Alvanósm (複數 Αλβανοί,陰性 Αλβανίδα Αλβανή)

  1. 阿爾巴尼亞人(多指男性)

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]