跳转到内容

τρυποκάρυδος

维基词典,自由的多语言词典

希腊语

[编辑]

其他写法

[编辑]

词源

[编辑]

τρυπ(ώ) (tryp(ó), 在……开洞) +‎ καρυδ(ια) (karyd(ia), 核桃树)

名词

[编辑]

τρυποκάρυδος (trypokárydosm (复数 τρυποκάρυδοι)

  1. 啄木鸟
    Γούντι ο ΤρυποκάρυδοςGoúnti o Trypokárydos啄木鸟伍迪

变格

[编辑]

近义词

[编辑]

拓展阅读

[编辑]