τουβλάκι

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

词源[编辑]

τούβλο (toúvlo) +‎ -άκι (-áki)

发音[编辑]

名词[编辑]

τουβλάκι (touvlákin (复数 τουβλάκια)

  1. τούβλο (toúvlo, )指小词

变格[编辑]