ορνιθολόγος
希腊语[编辑]
名词[编辑]
ορνιθολόγος (ornithológos) m 或 f (复数 ορνιθολόγοι)
变格[编辑]
ορνιθολόγος的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | ορνιθολόγος • | ορνιθολόγοι • |
属格 | ορνιθολόγου • | ορνιθολόγων • |
宾格 | ορνιθολόγο • | ορνιθολόγους • |
呼格 | ορνιθολόγε • | ορνιθολόγοι • |
相关词汇[编辑]
- ορνιθολογία f (ornithología, “鸟类学”)
- όρνιθα f (órnitha, “母鸡”)
参见[编辑]
- παρατηρητής πουλιών m (paratiritís poulión, “观鸟者”)
- παρατηρητήρια πουλιών f (paratiritíria poulión, “观鸟者”)