κοκκινολαίμης
希腊语[编辑]
词源[编辑]
源自κόκκινος (kókkinos, “红色的”) + λαιμός (laimós, “脖子”)。
名词[编辑]
κοκκινολαίμης (kokkinolaímis) m (复数 κοκκινολαίμηδες)
变格[编辑]
κοκκινολαίμης的变格
单数 | 复数 | |
---|---|---|
主格 | κοκκινολαίμης • | κοκκινολαίμηδες • |
属格 | κοκκινολαίμη • | κοκκινολαίμηδων • |
宾格 | κοκκινολαίμη • | κοκκινολαίμηδες • |
呼格 | κοκκινολαίμη • | κοκκινολαίμηδες • |
派生词[编辑]
- αμερικανικός κοκκινολαίμης m (amerikanikós kokkinolaímis, “旅鸫”)