επιθετικότητα

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

名词[编辑]

επιθετικότητα (epithetikótitaf (复数 επιθετικότητες)

  1. 攻击性,侵略

变格[编辑]

相关词汇[编辑]