ανυπόδητος

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

其他形式[编辑]

形容词[编辑]

ανυπόδητος (anypóditosm (阴性 ανυπόδητη,中性 ανυπόδητο)

  1. 光脚的,赤脚
    近义词: ξυπόλυτος (xypólytos)απαπούτσωτος (apapoútsotos)ξεκάλτσωτος (xekáltsotos)
    反义词: παπουτσωμένος (papoutsoménos)

变格[编辑]