αιμοβόρος

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

形容词[编辑]

αιμοβόρος (aimovórosm (阴性 αιμοβόρα,中性 αιμοβόρο)

  1. 吸血的,以血液为食的
  2. (比喻) 嗜血

变格[编辑]

其他写法[编辑]

近义词[编辑]

相关词汇[编辑]

  • 参见:αίμα n (aíma, 血液)