αγριόγατος

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

词源[编辑]

αγριό- (agrió-, 野生的) +‎ γάτος (gátos, )

名词[编辑]

αγριόγατος (agriógatosm (复数 αγριόγατοι,阴性 αγριόγατα)

  1. 野猫
  2. 短尾猫

变格[编辑]

相关词汇[编辑]