Κροάτης

维基词典,自由的多语言词典

希腊语[编辑]

名词[编辑]

Κροάτης (Kroátism (复数 Κροάτες,阴性 Κροάτισσα)

  1. 克罗地亚/克罗埃西亚人(多指男性)

变格[编辑]

相关词汇[编辑]

  • 参见:Κροατία f (Kroatía, 克罗地亚/克罗埃西亚)