跳转到内容

τροχονόμος

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語

[编辑]

詞源

[编辑]

τροχ(ός) (troch(ós), )τροχαία (trochaía)) + -ο- +‎ -νόμος (-nómos, 法律的),類似αστυνόμος (astynómos, 警察)[1]

發音

[编辑]

名詞

[编辑]

τροχονόμος (trochonómosm f (复数 τροχονόμοι)

  1. 交警交通警察

變格

[编辑]

相關詞彙

[编辑]

參考資料

[编辑]
  1. τροχονόμος in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.