σχοινόπρασο

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

名詞[编辑]

σχοινόπρασο (schoinóprason (复数 σχοινόπρασα)

  1. 細香蔥

變格[编辑]

近義詞[编辑]