σταυροδρόμι

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

σταυρός (stavrós, 交叉,十字) +‎ δρόμος (drómos, )

名詞[编辑]

σταυροδρόμι (stavrodrómin (复数 σταυροδρόμια)

  1. 十字路口
  2. (比喻) 關鍵點轉折點

變格[编辑]