ελεφαντόδοντο

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

詞源[编辑]

ελέφαντας (eléfantas, ) +‎ δόντι (dónti, )

名詞[编辑]

ελεφαντόδοντο (elefantódonton (复数 ελεφαντόδοντα)

  1. 象牙(物質)
    近義詞: ελεφαντοστό (elefantostó)
  2. 象牙(材料)
    近義詞: φίλντισι (fílntisi)ελεφαντοστό (elefantostó)

變格[编辑]

拓展閱讀[编辑]