跳转到内容

ισημερία

維基詞典,自由的多語言詞典

希腊语

[编辑]

词源

[编辑]

源自古希臘語 ἰσημερία (isēmería)

名词

[编辑]

ισημερία (isimeríaf (复数 ισημερίες)

  1. 分點

变格

[编辑]

同類詞彙

[编辑]

相关词汇

[编辑]

延伸阅读

[编辑]