Βουλγάρα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[编辑]

名詞[编辑]

Βουλγάρα (Voulgáraf (复数 Βουλγάρες,阳性 Βούλγαρος)

  1. 保加利亞人(女性)

變格[编辑]

相關詞彙[编辑]