χιλιόγραμμο
希臘語[編輯]
詞源[編輯]
χιλιό- (chilió-) + γραμμάριο 的部分。
名詞[編輯]
χιλιόγραμμο (chiliógrammo) n (複數 χιλιόγραμμα)
變格[編輯]
χιλιόγραμμο的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | χιλιόγραμμο • | χιλιόγραμμα • |
屬格 | χιλιογράμμου • | χιλιογράμμων • |
賓格 | χιλιόγραμμο • | χιλιόγραμμα • |
呼格 | χιλιόγραμμο • | χιλιόγραμμα • |
近義詞[編輯]
- 〈口〉 κιλό n (kiló)
相關詞彙[編輯]
- γραμμάριο n (grammário, 「克」)
拓展閱讀[編輯]
- χιλιόγραμμο在希臘語維基百科上的資料。維基百科 el
- χιλιόγραμμο in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.