σαλόνι

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

名詞[編輯]

σαλόνι (salónin (複數 σαλόνια)

  1. 客廳接待室休息室
  2. (汽車的) 客座

變格[編輯]

相關詞彙[編輯]