μικροκύμα

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

詞源[編輯]

μικρός (mikrós, 小的) + κύμα (kýma, )

名詞[編輯]

μικροκύμα (mikrokýman (複數 μικροκύματα)

  1. (物理學) 微波

變格[編輯]

派生詞[編輯]

拓展閱讀[編輯]