κεχριμπάρι
希臘語[編輯]
詞源[編輯]
借自鄂圖曼土耳其語 كهلبار (kehlibar),كهربا (kehrüba)的常見變體,源自波斯語 کهربا (kahrobâ)。
發音[編輯]
名詞[編輯]
κεχριμπάρι (kechrimpári) n (複數 κεχριμπάρια)
變格[編輯]
κεχριμπάρι的變格
單數 | 複數 | |
---|---|---|
主格 | κεχριμπάρι • | κεχριμπάρια • |
屬格 | κεχριμπαριού • | κεχριμπαριών • |
賓格 | κεχριμπάρι • | κεχριμπάρια • |
呼格 | κεχριμπάρι • | κεχριμπάρια • |
近義詞[編輯]
- ήλεκτρο (ílektro, 「琥珀;金銀合金;琥珀金」)
- ἤλεκτρον (ḗlektron, 「琥珀;金銀合金;琥珀金」) (古希臘語)
- λυγγούριον (lyngoúrion) (古希臘語)
相關詞彙[編輯]
- κεχριμπαρένιος (kechrimparénios, 「琥珀的」)