καταστρώματα

維基詞典,自由的多語言詞典

古希臘語[編輯]

發音[編輯]

 

名詞[編輯]

καταστρώματα (katastrṓmata)

  1. κατάστρωμα (katástrōma)主格/賓格/呼格複數