ασπιρίνη

維基詞典,自由的多語言詞典

希臘語[編輯]

名詞[編輯]

ασπιρίνη (aspirínif (複數 ασπιρίνες)

  1. (醫學) 阿司匹林

變格[編輯]

近義詞[編輯]

拓展閱讀[編輯]